Απο τη Δήμητρα Μυλωνά και τη Ρωξάνη Μαργαρίτη.
Κοράλλια. Εκθαμβωτικά, πολύχρωμα και πολύμορφα, ζωντανά ή απολιθωμένα πλάθουν τον πλανήτη μας και την φαντασία μας. Δεν είναι απλά όμορφοι και μυστηριώδεις οργανισμοί. Έχουν και την ικανότητα να χτίζουν υποβρύχιους υφάλους [αυτά που οι Έλληνες θαλασσινοί στην ανατολική Μεσόγειο και στην Ερυθρά θάλασσα αποκαλούν ρίφια (reef-ρίφια] που πλαισιώνουν ακτές και νησιά, κτίζουν θαλάσσια φράγματα και ράχες, και δημιουργούν ολόκληρα νησιά ή ατόλλες. Οι βιολόγοι αποκαλούν τα κοράλλια «βιογεωμορφικούς οργανισμούς, γιατί διαμορφώνουν το περιβάλλον συστηματικά και σε μεγάλη κλίμακα. Τι είναι όμως τα κοράλλια;
Το κοραλλένιο αίνιγμα
H φύση των κοραλλιών έχει αποδειχτεί δύσκολο αίνιγμα για τους φυσιοδίφες από τα αρχαία χρόνια και όσο περισσότερα ξέρουμε γι᾽ αυτά τόσο πιο δύσκολο είναι να τα ορίσουμε. Ακόμα και στις μέρες μας, παρά την εξέλιξη της επιστημονικής κατηγοριοποίησης των ειδών, οι βιολόγοι δυσκολεύονται να δώσουν ένα σύντομο και σαφή ορισμό. Στην επισκόπηση του θέματος που δημοσίευσαν στην Εγκυκλοπαίδεια των Νησιών, οι Daphne Fautin και Robert Buddemeier το δηλώνουν καθαρά: Ο όρος κοράλλι δεν είναι ούτε επιστημονικός ούτε ακριβής. Ξεκινούν με έναν βασικό, αλλά για τους μη ειδικούς περίπλοκο, ορισμό, σύμφωνα με τον οποίο τα κοράλλια είναι «κνιδάρια, πολύποδες ικανοί να σχηματίσουν σκελετούς που συμβάλλουν στο σχηματισμό υφάλων», και συνεχίζουν με δύο πυκνογραμμένες σελίδες όπου εξηγούν τι είναι και τι δεν είναι κοράλλι και σε τι διαφέρει από τα άλλα είδη σταθερής πρόσφυσης, δηλαδή εκείνα τα θαλάσσια πλάσματα που βρίσκονται κολλημένα στον βυθό. Κάθε ορισμός τύπων κοραλλιού έχει και πολλές εξαιρέσεις, δημιουργώντας έναν ταξινομικό λαβύρινθο. Αναμφισβήτητα, ο όρος κοράλλι δεν είναι ούτε επιστημονικός ούτε ακριβής!
Εν ολίγοις, τα κοράλλια συγγενεύουν με τις μέδουσες και τις θαλάσσιες ανεμώνες και συνανήκουν σε μια μεγάλη ομάδα ζώων που ονομάζονται κνιδάρια (αυτά που τσιμπάνε). Υπάρχουν μεμονωμένα κοράλλια, κοράλλια που σχηματίζουν αποικίες, κοράλλια με σκληρό σκελετό, μαλακά κοράλλια, ψευδοκοράλλια, και κοράλλια που παρομοιάζονται με μουσικά όργανα, κέρατα, σφυριά, αστέρια, φλιτζάνια, μαξιλάρια, δέρμα, ελεφαντόδοντο, φτερά, δάχτυλα, εγκεφάλους, φωτιά, μαρούλι και πολλά άλλα!
Αναζητώντας τα κοράλλια της αρχαίας Μεσογείου
Μία από τις πρώτες, αλλά όχι σαφείς, αναφορές στο κοράλλι την βρίσκουμε στο έργο του Αριστοτέλη, του Έλληνα φιλόσοφου του 5ου αιώνα π.Χ. που επιχείρησε να περιγράψει τον φυσικό κόσμο με συστηματικό τρόπο. Ο Αριστοτέλης ταξινόμησε του έμβιους οργανισμούς ανάλογα με τα φυσικά χαρακτηριστικά, τον τρόπο ζωής, και τις συνήθειες τους, και γι᾽ αυτό θεωρείται ο «παππούς» της σύγχρονης ταξινόμησης των ειδών. Στην προσπάθειά του αυτή κατέληξε με κάποια είδη που δεν ταίριαζαν ακριβώς σε καμιά από τις βασικές κατηγορίες. Τα κοράλλια ήταν ένα από αυτά τα είδη. Ο Αριστοτέλης πρέπει να γνώριζε τα μεσογειακά είδη κοραλλιών, αλλά ποια από αυτά; Στην συναρπαστική τους μελέτη για την ποικιλία των θαλάσσιων ασπόνδυλων (δηλαδή των ζώων που δεν έχουν εσωτερικό σκελετό) όπως τα παρουσιάζει ο Αριστοτέλης στα ζωολογικά του κείμενα, οι βιολόγοι Ελένη Βουλτσιάδου και Δημήτρης Βαφίδης εικάζουν ότι ο φιλόσοφος περιγράφει ένα μικρό κοράλλι που ονομάζεται θαλάσσια πένα ή Veretillum cynomorium επί το επιστημονικότερον. Αντίθετα, ο ιστορικός Geoffrey E.R. Lloyd στη μονογραφία του με τον τίτλο Aristotelian Explorations αντιπαραθέτει ότι η αναφορά του Αριστοτέλη ήταν μάλλον στο είδος Alcyonium palmatum, του οποίου η πιο κοινή και γλαφυρή ονομασία είναι «χέρι του ληστή» ή «χέρι του πεθαμένου»!
Εν κατακλείδι, ο Αριστοτέλης δεν χρησιμοποίησε ποτέ τη λέξη κοράλλι και δεν είναι εντελώς σαφές τι είδους κοράλλι μπορεί να προσπάθησε να περιγράψει. Όπως και να έχει πάντως, τα κοράλλια συγκαταλέγονται μεταξύ των υδρόβιων όντων που ο Αριστοτέλης χαρακτήρισε ως επαμφοτερίζοντα, που δεν ήταν δηλαδή ούτε ακριβώς ζώα ούτε φυτά. Ο Nicola Carraro εξηγεί λεπτομερώς την προσέγγιση του Αριστοτέλη: ορισμένα αδρανή ή ελάχιστα κινούμενα υδρόβια είδη (μεταξύ των οποίων μπορούμε να φανταστούμε τους στενούς συγγενείς των κοραλλιών τις θαλάσσιες ανεμώνες και τα ασκίδια), είναι επαμφοτερίζοντα, ενδιάμεσα πλάσματα μεταξύ του ζωικού και του φυτικού βασιλείου (Αριστοτέλης, Περί ζωίων μορίων IV.5,681b1-2).
Ο διάδοχος του Αριστοτέλη Θεόφραστος (371-287 π.Χ.) φαίνεται ότι άλλαζε διαρκώς γνώμη για τη φύση των κοραλλιών. Στο έργο του Περί Λίθων (De Lapidibus), περιέγραψε το κοράλλι σαν μια πέτρα που φυτρώνει σαν ρίζα στη θάλασσα. Αργότερα, στο έργο του Περί Φυτών Ιστορία (Historia Plantarum), εμφανίζεται βέβαιος ότι το κοράλλι ήταν γνωστό θαλάσσιο φυτό που φύτρωνε κοντά στις Στήλες του Ηρακλή (Στενά του Γιβραλτάρ). Η αμφιταλάντευση συνεχίστηκε και, όπως θα δούμε, η Αριστοτελική ταξινόμηση των ειδών σε ένα συνεχές φυτών-ζώων, και ιδίως οι αντιλήψεις του Θεόφραστου για την ορυκτή και φυτική φύση των κοραλλιών, επηρέασε τους φυσιοδίφες του μεσαιωνικού ισλαμικού κόσμου. Αυτοί προβληματίζονταν επίσης για τα κοράλλια, πλάσματα τα οποία μπορούσαν εύκολα να παρατηρήσουν στις θερμότερες θάλασσες της Μέσης Ανατολής και του δυτικού Ινδικού Ωκεανού.
Ήδη κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή εποχή, οι θερμότερες αυτές θάλασσες, με τη μεγαλύτερη ποικιλία ειδών κοραλλιών, γίνονταν όλο και πιο οικείες στους κατοίκους της Μεσογείου. Η Ερυθρά Θάλασσα, που αποτελεί κοιτίδα κοραλλιογενών υφάλων με 333 καταγεγραμμένα είδη σήμερα, έγινε σιγά σιγά προαύλιο της Μεσογείου για τους εμπόρους που ταξίδευαν μεταξύ της Δύσης και του Ινδικού Ωκεανού. Εκεί οι πληροφοριοδότες των Μεσόγειων φυσιολατρών μπορούσαν να παρατηρήσουν μια μεγάλη ποικιλία αυτών που θεωρούσαν υποβρύχια δέντρα ή λιθοδέντρα, και που πίστευαν ότι μπορούσαν να ξεσκίσουν τα σκαριά των πλοίων που έπλεαν στον Ινδικό Ωκεανό.
Το κοραλλένιο αίνιγμα παρέμενε: πως μπορούσαν τα μαλακά υποβρύχια φυτά να σκληραίνουν και να πετρώνουν όταν εκτίθονταν στον αέρα; Αυτό που η επιστήμη της εποχής δεν μπορούσε να κατανοήσει πλήρως, η μυθολογία το αγκάλιασε με ενθουσιασμό.
Ο Οβίδιος, Λατίνος ποιητής που γεννήθηκε το 43 π.Χ. και πέθανε το 17/18 μ.Χ., στο έργο του Μεταμορφώσεις περιγράφει τη γέννηση του κοραλλιού σε έναν μύθο που συναντήσαμε ξανά, όταν μιλήσαμε για τις γοργόνες. Ο Περσέας, αφού σκότωσε τη Μέδουσα, κουβαλώντας μαζί του το κομμένο κεφάλι της σε ένα σάκο, σταμάτησε σε μια παραθαλάσσια τοποθεσία της Αιθιοπίας για να αντιμετωπίσει το θαλάσσιο τέρας Κήτος και να σώσει την Ανδρομέδα.
Ο Οβίδιος μας διηγείται (Βιβλίο 4, 706 κ.ε.) πώς ο Περσέας έφτιαξε μια φωλιά με φύλλα και φύκια για να ακουμπήσει το κεφάλι της Μέδουσας, ενώ έπλενε τα χέρια του από το αίμα του σκοτωμένου Κήτου. Τα ακόμα ζωντανά κλαδιά αυτής της φωλιάς απορρόφησαν την ουσία του κεφαλιού της Μέδουσας και πέτρωσαν. Έκπληκτες, οι Νύμφες τα πέταξαν πίσω στη θάλασσα. Στο νερό, τα κλαδιά μαλάκωσαν. Κάθε φορά που τα έβγαζαν από το νερό, γίνονταν ξανά πέτρα. Έτσι γεννήθηκαν τα κοράλλια. Για τους αρχαίους Λατίνους λοιπόν, τα κοράλλια ήταν απλώς φυτά που ζούσαν κάτω από το νερό αντί στη ξηρά. Όπως και οι χερσαίοι συγγενείς τους, χρειάζονταν το νερό για να παραμένουν ζωντανά και ευλύγιστα, και η αφαίρεση του νερού δεν τα ξέραινε αλλά τα πέτρωνε.
Οι επιστήμονες χρειάστηκαν δύο χιλιετίες για να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι τα κοράλλια είναι τελικά ζώα!
Τα κοράλλια στα Αραβικά: μεταφράζοντας την επιστήμη από την Μεσόγειο στον Ινδικό Ωκεανό
Ο 9ος αιώνας μ.Χ. έφερε πολύ σημαντικές νέες εξελίξεις στην επιστήμη. Οι ισλαμικές κατακτήσεις του 7ου και του 8ου αιώνα και η εγκαθίδρυση ενός νέου διηπειρωτικού και πολυπολιτισμικού κράτους δημιούργησαν ένα πολιτικό, εμπορικό και πνευματικό αστικό ομφαλό: την Αββασιδική Βαγδάτη. Οι επιστήμονες του χαλιφάτου των Αββασιδών και των διάδοχων κρατών του Ισλαμικού κόσμου κληρονόμησαν τη γνώση του αρχαίου κόσμου και την αξιοποίησαν με ενθουσιασμό! Δουλεύοντας κυρίως στα αραβικά, ξεκίνησαν ένα κίνημα μετάφρασης και επιστημονικών ανακαλύψεων, το οποίο ξεκίνησε από τη Βαγδάτη και σύντομα άνθισε και σε άλλα μητροπολιτικά κέντρα της δυτικής Ασίας και της νότιας Μεσογείου.
Οι φυσιοδίφες του μεσαιωνικού ισλαμικού κόσμου ήταν ενθουσιώδεις κληρονόμοι του Αριστοτέλη και όπως και σε άλλα θέματα, του απέδωσαν πολλές από τις αρχαίες γνώσεις που κληρονόμησαν για τα κοράλλια και άλλα ῾πετρώματα.᾽ Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το βιβλίο που κυκλοφορούσε μεταξύ των αραβόφωνων επιστημόνων του Μεσαίωνα τίτλο Βιβλίο των Λίθων που αποδόθηκε στον Αριστοτέλη (λέγεται επίσης και Βιβλίο των λίθων του Αριστοτέλη). Όπως υποστήρηξε ο Γερμανός οριενταλιστής και πρωτοπόρος ιστορικός της επιστήμης Julius Ruska, το βιβλίο αυτό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της αρχαίας γνώσης που συνοψίζεται, αναπτύσσεται περαιτέρω και μεταδίδεται μέσω της αραβικής επιστήμης. Ένα άλλο τέτοιο σύνθετο έργο της αραβόφωνης επιστήμης που ανθολογεί και ενσωματώνει την αρχαία γνώση είναι η αλχημική πραγματεία που αποδίδεται στον θρυλικό φιλόσοφο Απολλώνιο από τα Τύανα της Καππαδοκίας που έζησε τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Μεταγενέστερη του υποτιθέμενου συγγραφέα, η πραγματεία του Ψευδο-Απολλώνιου αποτέλεσε πολυσυζητημένη πηγή για τη φύση των κοραλλιών. Και τα δύο αυτά έργα ευθυγραμμίστηκαν με την αντίληψη, που όπως είδαμε προέρχεται από τον Θεόφραστο, ότι τα κοράλλια κατείχαν ενδιάμεση θέση στο φάσμα φυτών-ορυκτών (και όχι στο φυτικό-ζωικό συνεχές του Αριστοτέλη).
Ίσως η πιο πλήρης ανάλυση της φύσης των κοραλλιών απαντάται στο έργο του Άχμεντ Αλ-Τιφασί, ενός Τυνήσιου συγγραφέα που έζησε από το 1184 έως το 1253. Φεύγοντας από την πατρίδα του σε μια ταραχώδη περίοδο, ο Αλ-Τιφασί κατέληξε να εγκατασταθεί στο Κάιρο όπου έγραψε ένα διάσημο γεωλογικό έργο με τίτλο Ανθηρές Σκέψεις για τους Πολύτιμους Λίθους, ένα κεφάλαιο του οποίου είναι αφιερωμένο στα κοράλλια. Παρεμπιπτόντως, ο ίδιος συνέγραψε ένα από τα πιο διάσημα και ενδιαφέροντα εγχειρίδια για το σεξ… αλλά προς το παρόν, ας μείνουμε στα κοράλλια!
O αλ-Τιφασί παρουσιάζει το έργο του σε 24 κεφάλαια, κάθε κεφάλαιο αφιερωμένο σε ένα πολύτιμο λίθο. Το κεφάλαιο 18 παρουσιάζει το κοράλλι, μαρτζάν στα αραβικά (άλλοι όροι που χρησιμοποιούνται σε όλες τις ισλαμικές πηγές περιλαμβάνουν τον περσικό όρο μπούσαντ και τον αραβικό ζάμπαντ αλ-μπαχρ, αφρός της θάλασσας). Ξεκινά με έναν ορισμό της φύσης των κοραλλιών, τον οποίο αποδίδει στον Απολλώνιο (Μπαλινούς). Τα κοράλλια, λέει, έχουν δύο φύσεις, είναι υβρίδια που υπάρχουν μεταξύ του φυτικού και του ορυκτού βασιλείου. Αναπτύσσονται στο βυθό της θάλασσας χάρη σε ένα “γάμο” μεταξύ της θερμότητας και της υγρασίας. Αυτή η θεωρία φαίνεται να είναι ένα νέο στοιχείο, που η μεσαιωνική επιστήμη προσθέτει στις αρχαίες γνώσεις για τα κοράλλια! Ο αλ-Τιφασί εξηγεί ότι το χώμα της γης διαλύεται στο νερό που θερμαίνεται από τον ήλιο και ότι το μείγμα αυτό τελικά στερεοποιείται δημιουργώντας έναν οργανισμό που μοιάζει με φυτό. Στη συνέχεια δίνει την καθιερωμένη εξήγηση: μέσα στο νερό και ενώ διατηρούν την υγρασία τους τα κοράλλια είναι μαλακά και εύκαμπτα. Μόλις όμως μεγαλώσουν σε μέγεθος και εκτεθούν στον αέρα, η υγρασία και η θερμότητα αποβάλλεται και ό,τι απομένει ψύχεται και στερεοποιείται. Προσθέτει μια ευφάνταστη εξήγηση για το λαμπερό κόκκινο χρώμα που κάνει το μεσογειακό κοράλλι, Corallium rubrum, τόσο περιζήτητο: όταν κατά την διαδικασία γένεσής του αυξάνεται υπερβολικά η θερμοκρασία, το κοράλλι γίνεται κόκκινο!
Εξερευνήσεις σε Ανατολή και Δύση και η λύση του αινίγματος των κοραλλιών
Το ερώτημα σχετικά με τη φυτική, ζωική, ή ορυκτή φύση των κοραλλιών συνέχιζε να προκαλεί έντονες διαμάχες μεταξύ των μελετητών της φύσης μέχρι και τον 18ο αιώνα. Στον 17ο αιώνα το ερώτημα παρέμενε αναπάντητο: τα κοράλλια είναι φυτά χωρίς ρίζες, φύλλα και άνθη; Ή μήπως ορυκτά που δημιουργήθηκαν από μόνα τους κάτω από το νερό όπως οι σταλακτίτες στις σπηλιές; Οι εικασίες αρχαίων και μεσαιωνικών φιλοσόφων και φυσιογνωστών διατηρούνταν ακόμη και έγιναν περισσότερο περίπλοκες όταν η λεγόμενη Εποχή των Εξερευνήσεων έφερε νέα εμπειρικά δεδομένα για τα κοράλλια. Τα Ερμάρια των Αξιοπερίεργων Αντικειμένων που εξέτασε η Δήμητρα σε προηγούμενη ανάρτηση γέμισαν με κοράλλια κάθε είδους. Τελικά, ένας νέος όρος εισήχθη για να τα περιγράψει: ζωόφυτα!
Ο François Pyrard de Laval, Γάλλος θαλασσοπόρος που δημοσίευσε τις περιπέτειές του στις θάλασσες της Νότιας Ασίας, περιγράφοντας το ναυάγιό του στον Ινδικό Ωκεανό το 1602 λέει ότι συνάντησε «…πολλά κλαδιά ενός πράγματος, που δεν ξέρω αν πρέπει να το ονομάσω δέντρο ή βράχο, όμοιο με το λευκό κοράλλι, το οποίο είναι επίσης διακλαδισμένο και διάτρητο, αλλά γυαλιστερό, αντίθετα, αυτό είναι τραχύ, όλο κούφιο, με μικρές οπές και περάσματα, αλλά είναι σκληρό και βαρύ σαν πέτρα» (το βιβλίο μπορείτε να το διαβάσετε on line εδώ). Είναι σαφές ότι η συγκριτική προσέγγιση μεταξύ του τι ήταν γνωστό και του τι συναντούσε κανείς για πρώτη φορά δεν βοηθούσε ιδιαίτερα.
Περίπου επτά δεκαετίες μετά τον De Laval, ο ατρόμητος Οθωμανός ταξιδιώτης και πολυμαθής Evliya Celebi επιχείρησε να διασχίσει την Ερυθρά Θάλασσα μετά την οθωμανική κατάκτηση της Αραβίας και περιοχών της Ανατολικής Αφρικής τον 16ο αιώνα, σε μια εποχή που ένας μελετητής ονόμασε «Οθωμανική εποχή των εξερευνήσεων». Όπως και ο Ντε Λαβάλ, αλλά με σαγηνευτική λογοτεχνική χάρη, ο Evliya περιγράφει υποβρύχια δάση θαυμαστά και επικίνδυνα:
Στη θάλασσα του Σουέζ υπάρχουν θαύματα που ονομάζονται shab (ο Evliya χρησιμοποιεί αυτόν τον όρο, σαφώς ξένο προς αυτόν, που στην πραγματικότητα προέρχεται από το αραβικό shi’b, κοραλλιογενής ύφαλος!), τα οποία αξίζει να τα δείτε. Δόξα στον Δημιουργό, του οποίου η σοφία και τα θαύματα προκαλούν σύγχυση στο μυαλό και την ανθρώπινη κατανόηση. Σε αυτή τη θάλασσα υπάρχουν μεγάλα δέντρα που μοιάζουν με τα πλατάνια της γης του Ρουμ (Μικρά Ασία). Αναπτύσσονται κάτω από το νερό και δεν έχουν φύλλα, μόνο κορμούς και πολλά κλαδιά. Μεγαλώνουν ψηλά και φτάνουν μέχρι την επιφάνεια της θάλασσας, αλλά δεν αναπτύσσονται πέρα από αυτήν και το μεγαλύτερο μέρος του όγκου τους παραμένει κάτω από το νερό. Ο Θεός να τους λυπηθεί, όταν κάποια πλοία συγκρούονται με τέτοια υποβρύχια δέντρα και σπάνε σε κομμάτια. Αν ένα πλοίο είναι στιβαρής κατασκευής, σπάει τα κλαδιά και τον κορμό του υφάλου και περνάει από πάνω του με κρότο. Στα βάθη αυτών των υφάλων μεγαλώνουν μαργαριτάρια. Πράγματι, μιλάμε για ένα ολόκληρο υποβρύχιο δάσος. Σε αυτό ζουν επίσης ξιφίες. Καταβροχθίζουν τους άτυχους που πέφτουν από πλοία που βυθίζονται και τους δύτες που βουτούν για τα μαργαριτάρια (μετάφραση από την Ρωξάνη Μαργαρίτη με την βοήθεια του Μαρίνου Σαριγιάννη. Αυτό το απόσπασμα δεν περιλαμβάνεται στην κατά τ’ άλλα πολύ χρήσιμη νέα μετάφραση του Δέκατου Βιβλίου των ταξιδιωτικών εντυπώσεων του Evliya Celebi).
Με τη διορατικότητα ενός φουτουριστικού δύτη, ο Evliya μας δείχνει πώς η παραδεδομένη σοφία, οι νέοι ορίζοντες, η εμπιστοσύνη στην τοπική γνώση, ο εξερευνητικός ζήλος και η διαρκής περιέργεια ήταν κοινά χαρακτηριστικά στην Ανατολή και τη Δύση της λεγόμενης Εποχής των Εξερευνήσεων.
Τον 18ο αιώνα, τα κοράλλια αποτέλεσαν ένα καυτό θέμα για τους Ευρωπαίους φυσιοδίφες του Διαφωτισμού, οι οποίοι προσπάθησαν να προσεγγίσουν το θέμα μέσω εμπειρικής έρευνας. Ορισμένοι μάλιστα βγήκαν στη θάλασσα μαζί με ψαράδες κοραλλιών για να παρατηρήσουν ζωντανά κοράλλια, τη στιγμή που ανασύρονταν από το νερό. Άλλοι ταξίδεψαν σε μακρινές χώρες του Ειρηνικού, με το πρόσχημα του εμπορίου ή της διπλωματίας, για να ερευνήσουν το θέμα! Τελικά, ο πειραματισμός και η επιστημονική παρατήρηση απέδωσαν νέες γνώσεις και το αίνιγμα των κοραλλιών λύθηκε.
Ο Jean André Peyssonnel, ένας άλλος Γάλλος φυσιοδίφης και γιατρός, τοποθέτησε ζωντανά κλαδιά κοραλλιών σε διαφανή δοχεία με θαλασσινό νερό και παρατήρησε ότι αυτά που θεωρούνταν μέχρι τότε τα λουλούδια του κοραλλιού, δηλαδή οι πολύποδες του, αντιδρούσαν στις αλλαγές του περιβάλλοντός τους. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί μόνο αν διέθεταν νευρικό σύστημα, με άλλα λόγια αν ήταν ζώα!
Αυτή η επαναστατική ιδέα, ότι τα κοράλλια είναι ζώα, προκάλεσε σοκ και πολύ έντονες αντιδράσεις στην επιστημονική κοινότητα. Εντάχθηκε ακόμη και σε φιλοσοφικά διλήμματα. Ο Βολταίρος, στο Dictionaire Philosophique το 1762, συζητούσε αν θα έπρεπε να πιστεύει κανείς στα μάτια του που έβλεπαν τα κοράλλια ως φυτά ή στη διάνοια του και την επιστημονική λογική που αποδείκνυε ότι τα κοράλλια είναι ζώα. Τα ζωόφυτα (ζώα-φυτά), τα λιθόδεντρα (πέτρινα δέντρα), τα ανθόζωα (ζώα-λουλούδια) και η διφορούμενη φύση τους ήταν στο επίκεντρο πολλών επιστημονικών συζητήσεων εκείνη την εποχή. Το 1758 ο Σουηδός βιολόγος και πατέρας της σύγχρονης ταξινομίας, Κάρολος Λινναίος, έβαλε τα πράγματα στη σωστή τους θέση, αυτή που γνωρίζουμε σήμερα. Στη 10η έκδοση του Systema Naturalis, της συστηματικής του ταξινόμησης όλων των έμβιων όντων, τα κοράλλια πήραν οριστικά τη θέση τους στο βασίλειο των -κάπως παράξενων και απείρως συναρπαστικών- ζώων!
Κι ενώ επιστήμονες και φιλόσοφοι, αρχαίοι και σύγχρονοι, συζητούσαν ή και διαφωνούσαν για τη φύση των κοραλλιών, οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο τα χρησιμοποιούσαν με μυριάδες τρόπους, κάνοντάς τα μέρος του πολιτισμικού τους σύμπαντος. Αυτή η ανάρτηση δεν έχει τελειώσει εδώ. Θα ακολουθήσει το δεύτερο μέρος της που θα εστιάσει στους πολλούς τρόπους με τους οποίους συναντήθηκαν οι άνθρωποι και τα κοράλλια.
Θέλετε να μάθετε περισσότερα? Έχουμε προτάσεις!